Του Κωνσταντίνου Παπανικολάου
Πριν 6 μήνες, μία είδηση απασχόλησε τον βρετανικό αθλητικό τύπο. Το ιδιωτικό κινεζικό fund Recon Group εξαγόρασε το 100% των μετοχών της ποδοσφαιρικής ομάδας Aston Villa έναντι του ποσού των 76 εκατομμυρίων λιρών. Αλλαγή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της ομάδας, που μάλιστα οδήγησε γρήγορα σε αλλαγές στην τεχνική ηγεσία και το επιτελείο της. Η Aston Villa δεν αποτελεί φυσικά την πρώτη αλλά ούτε και την τελευταία ποδοσφαιρική ομάδα στην Γηραιά Αλβιώνα, της οποίας αλλάζει το ιδιοκτησιακό καθεστώς, και οι καινούργιοι ιδιοκτήτες είναι εύρωστοι επιχειρηματίες από τη Κίνα ή άλλες χώρες της Ανατολικής Ασίας. Ενδεικτικά, κινεζικές εταιρείες κατέχουν πλειοψηφικά πακέτα μετοχών των γαλλικών ομάδων Nις και Σοσό, των ισπανικών Eσπανιόλ και Γρανάδα, της ιταλικής Ίντερ, της ολλανδικής Ντεν Χάαγκ καθώς και της τσεχικής Σλάβια Πράγας. Επιπροσθέτως, συμμετέχουν με μειοψηφικά ποσοστά στην ισπανική Ατλέτικο Μαδρίτης καθώς και στη βρετανική Μάντσεστερ Σίτι.
Στη Μεγάλη Βρετανία της εξαγοράς της Άστον Βίλα προηγήθηκε η αγορά του 13% των μετοχών της Μάντσεστερ Σίτι έναντι του ποσού των 265 εκατομμυρίων λιρών από την κινεζική κοινοπραξία CMC. H γαλλική Σοσό αποτέλεσε στις αρχές του 2015 την πρώτη ευρωπαϊκή ομάδα η οποία εξαγοράστηκε από Κινέζο επιχειρηματία. Συγκεκριμένα, η εταιρεία τεχνολογικών προϊόντων Ledus εξαγόρασε το σύνολο των μετοχών της ομάδας έναντι του ποσού των 7,7 εκ. ευρώ. Λίγους μήνες αργότερα, μία συνεργασία εταιρειών real estate κινεζικών συμφερόντων εξαγόρασε το 80% της Νις. Στη Κεντρική Ευρώπη, μία εξαγορά-έκπληξη αποτέλεσε η εξαγορά του 60% των μετοχών της δημοφιλέστερης ομάδας της Τσεχίας Σλάβια Πράγας από την κινεζική ενεργειακή εταιρεία CEFC το Σεπτέμβρη του 2015. Στην Ισπανία, ο κολοσσός της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας Rastar Group έχει εξαγοράσει από τον Νοέμβρη του 2015 το 56% των μετοχών της Εσπανιόλ έναντι του ποσού των 16 εκατ. ευρώ.
Τον Μάιο του 2016 η κινεζική εταιρεία Desports σε μία εντυπωσιακή εξαγορά αναδείχθηκε αποκλειστικός ιδιοκτήτης της ομάδας της Γρανάδας έναντι του ποσού των 37 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, πρόσωπο κλειδί στη συγκεκριμένη συμφωνία ήταν ο Ισπανός μάνατζερ Π. Γκουαρντιόλα, αδερφός του γνωστού προπονητή και μάνατζερ του άσου της Μπαρτσελόνα Λ. Σουάρες. Ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση προκάλεσε πριν από λίγους μήνες, η απόκτηση του 20% της Ατλέτικο Μαδρίτης έναντι του ποσού των 45 εκατ. ευρώ, από τη μεγαλύτερη εταιρεία real estate στη Κίνα, τον όμιλο Wanda. Επίσης, την προσοχή των διεθνών μέσων ενημέρωσης προσέλκυσε η εξαγορά του 55% των μετοχών της Ίντερ τον Ιούνιο του 2016, από τον ιδιοκτήτη του κολοσσού του λιανικού εμπορίου Suning κ. Zhang Ji Dong έναντι του ποσού των 307 εκατομμυρίων ευρώ. Η εξαγορά της Ίντερ αποτελεί την πιο εντυπωσιακή επενδυτική κίνηση κινεζικής εταιρείας στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό «χρηματιστήριο» έως τώρα.
Το ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό σύστημα αποτελεί το πιο προσοδοφόρο από πλευράς μάρκετινγκ και εσόδων ποδοσφαιρικό σύστημα , τραβώντας εκατομμύρια βλέμματα ποδοσφαιρόφιλων από όλες τις ηπείρους του πλανήτη. Η ποδοσφαιρική «χρηματαγορά» στην Ευρώπη μπορεί να αποτιμηθεί με αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ ολοένα και περισσότερες εταιρείες και επιχειρηματίες συμμετέχουν σε αυτή. Άρα καθίσταται σαφές ότι το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο παρουσιάζεται για αρκετές κινεζικές εταιρείες ως μία προσοδοφόρα επενδυτική δραστηριότητα και ταυτόχρονα μία ευκαιρία για τις εταιρείες ώστε να αυξήσουν το κύρος και την επιρροή τους στις ευρωπαϊκές αγορές.
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά στο chinaandgreece.com αναφορικά με το φαινόμενο, ο δημοσιογράφος κ. Χρήστος Χαραλαμπόπoυλος:
«Την τελευταία διετία, στον κόσμο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, γίνεται συχνά λόγος για μία «κινεζική εισβολή». Ο όρος, που τον θεωρώ υπερβολικό, ήρθε στο προσκήνιο της επικαιρότητας εξαιτίας δύο φαινομένων: των πολλών μεταγραφικών προτάσεων κινεζικών ομάδων σε ποδοσφαιριστές και προπονητές που εργάζονται σε ευρωπαϊκές ομάδες και των προτάσεων εξαγοράς ευρωπαϊκών συλλόγων ή ποσοστού της πλειοψηφίας των μετοχών τους. Σε ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον όπου τα κεφάλαια κινούνται χωρίς περιορισμούς στις αγορές, τα κινεζικά κεφάλαια που δαπανώνται στην ευρωπαϊκή αγορά, δεν μπορεί να θεωρούνται «εισβολή», όσο εμπορικό άνοιγμα. Ένα άνοιγμα το οποίο είναι αποτέλεσμα της ρευστότητας που συγκεντρώθηκε στην Κίνα, ύστερα από μία δεκαπενταετία -σχεδόν- με πολύ υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης και του αυξημένου ενδιαφέροντος της Κίνας για την ποδοσφαιρική αγορά. Αυτό το ενδιαφέρον μέχρι σήμερα ήταν αναιμικό ή ευκαιριακό, γεγονός που εξηγεί την μία και αδιάφορη παρουσία της Κίνας –της πολυπληθέστερης χώρας στον κόσμο-σε παγκόσμιο κύπεlλο, το 2002. Από τότε, πολλά έχουν αλλάξει.
Το κινέζικο ποδόσφαιρο ήταν διεφθαρμένο σε μεγάλο βαθμό, όπως μαρτυρούσαν τα συχνά σκάνδαλα που το είχαν πλήξει. Παράλληλα χαρακτηριζόταν από μεγάλη εσωστρέφεια σε μία εσωτερική αγορά ανοργάνωτη και περιορισμένη. Από το 2010 η Κίνα ξεκίνησε μία προσπάθεια εσωτερικής αναδιοργάνωσης του ποδοσφαίρου της και παράλληλα την τελευταία διετία, άρχισαν εταιρείες με μεγάλη οικονομική επιφάνεια (και κυβερνητική προτροπή και ενθάρρυνση, όπως γράφουν διάφορα δυτικά ΜΜΕ ) να επενδύουν στο ποδόσφαιρο. Εκείνο που δεν έχει γίνει σαφές σε όσους βρισκόμαστε εκτός της κινεζικής πραγματικότητας είναι αν όσοι επενδύουν στις ομάδες του κινέζικου επαγγελματικού ποδοσφαίρου έχουν κάποιο σχέδιο και πόσο είναι οργανωμένο αυτό το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Ας πούμε, υπάρχει κάποιος κώδικας οικονομικής και αθλητικής δραστηριότητας των ομάδων ανάλογος με το financial fair play της ΟΥΕΦΑ ή όλα είναι απλά ζήτημα δαπανών; Ποιος, δηλαδή θα ξοδέψει τα πιο πολλά; Ο δεύτερος δρόμος, όπως είδαμε και στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο δημιουργεί ανισότητες και τεράστια ελλείμματα που καταστρέφουν τις ομάδες.
Επίσης, είναι πολύ λογικό να υποθέσει κάποιος ότι οι επενδύσεις στο επαγγελματικό κινεζικό ποδόσφαιρο γίνονται γιατί πρέπει να ισοφαριστεί με κάποιο τρόπο η εμπορική διείσδυση των μεγάλων ευρωπαϊκών συλλόγων στην κινεζική αγορά. Πάντως, οι μεταγραφικές προτάσεις σε μεγάλα ποδοσφαιρικά ονόματα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, που βρίσκονται στην δύση της καριέρας τους, δεν λειτουργούν αναπτυξιακά, όπως έχει δείξει η εμπειρία. Επιπλέον δείχνουν πως, το κινεζικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο άλλαξε βηματισμό και αναγκαστικά θα περάσει διάφορες φάσεις μέχρι να διαμορφώσει συγκεκριμένα εμπορικά και αγωνιστικά χαρακτηριστικά. Τέλος, δύο λόγια γι΄αυτό που ονομάζεται «κινεζικές επενδύσεις» στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και αφορούν εξαγορές ομάδων ή ποσοστών του μετοχικού τους κεφαλαίου. Η πλειοψηφία τους χαρακτηρίζεται από την έλλειψη σχεδίου και την τυχαιότητα ενώ, ως φαίνεται δεν πραγματοποιούνται από τους μεγάλους οικονομικούς κολοσσούς. Το πιο ενδιαφέρον και μάλλον διερευνητικό βήμα είναι εκείνο που γίνεται στην Ατλέτικο Μαδρίτης.»