Την ερευνητική συνεργασία ελληνικών και κινεζικών ιδρυμάτων καλλιεργεί ένα νέο consortium

unnamedχουλιαρας.bmpΚαθώς η Κίνα αναπτύσσεται και εξελίσσεται, η ανάγκη για συγγραφή βιβλίων που ασχολούνται με το συγκεκριμένο θέμα γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Προσπαθώντας να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις, ο καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοπποννήσου Αστέριος Χουλιάρας συνεπιμελήθηκε πρόσφατα μαζί με τον Δρα Σωτήρη Πετρόπουλο το βιβλίο η Κίνα και οι Άλλοι: Οι Σχέσεις της Κίνας με την Ευρώπη και τον Κόσμο.  Σε συνέντευξη του στο chinaandgreece μας μιλάει για το περιεχόμενο του εγχειριδίου αλλά και για πρωτοβουλίες με σκοπό την ενίσχυση της ερευνητικής συνεργασίας μεταξύ ελληνικών και κινεζικών ιδρυμάτων. Παράλληλα, σκιαγραφεί το επίπεδο των σινοελληνικών σχέσεων και λαμβάνει θέση στη δημόσια συζήτηση για τα κίνητρα που οδηγούν την Κίνα να εκδηλώνει συστηματικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα.

Τί πραγματεύεται το βιβλίο: H Κίνα και οι Άλλοι; Πώς αποφασίσατε να προχωρήσετε στην έκδοση του;

To βιβλίο Η Κίνα και οι Άλλοι: Οι Σχέσεις της Κίνας με την Ευρώπη και τον Κόσμο (εκδ. Παπαζήση, 2014)που συνεπιμελήθηκα με το Δρα Σωτήρη Πετρόπουλο περιλαμβάνει κεφάλαια που έχουν συγγράψει 14 έλληνες  ερευνητές από διάφορα πανεπιστήμια και ερευνητικά ινστιτούτα. Αν και υπάρχουν αρκετά και αξιόλογα βιβλία στα ελληνικά για την ιστορία της Κίνας αλλά και για τη σχέση της με τη Δύση από το 1949 και μετά, διαπιστώσαμε ότι λείπει από την ελληνική βιβλιογραφία μια ολοκληρωμένη μελέτη για τις πιο πρόσφατες διεθνείς σχέσεις της Κίνας. Καθώς το Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου περιλαμβάνει ένα σχετικό μάθημα, η ανάγκη για ένα διδακτικό εγχειρίδιο ήταν περισσότερο από επιτακτική.

D00EED16595461B70C71EBDB7774176BΩστόσο, θεωρώ ότι το βιβλίο είναι κάτι περισσότερο από ένα καλό εγχειρίδιο. Τα επιμέρους κεφάλαια προσφέρουν μια συστηματική ανάλυση των σχέσεων της Κίνας με τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Ανατολική Ασία (Ιαπωνία, Βόρειο Κορέα, Ταϊβάν, ASEAN), την Αφρική και βέβαια την Ελλάδα. Επίσης περιλαμβάνει θεματικά κεφάλαια για τις εσωτερικές συνιστώσες της εξωτερικής πολιτικής, την ενεργειακή εξάρτηση και την περιβαλλοντική πολιτική. Βέβαια, το βιβλίο δεν είναι η μόνη ερευνητική δουλειά σχετικά με την Κίνα που γίνεται στο Τμήμα μας. Υπάρχουν ήδη σημαντικές δημοσιεύσεις στο εξωτερικό (ανάμεσά τους ένα πρόσφατο άρθρο στο Αsia Europe Journal για τη δυναμική των ελληνοκινεζικών σχέσεων), εν εξελίξει διδακτορικές διατριβές και σημαντικά ερευνητικά προγράμματα, είτε χρηματοδοτούμενα από διεθνείς οργανισμούς (π.χ. Έδρα Jean Monnet για τις Σχέσεις ΕΕ-Λιγότερο Αναπτυγμένου Κόσμου) είτε από ιδιωτικούς φορείς (ιδιαίτερα για την προώθηση των ελληνοκινεζικών επιχειρηματικών σχέσεων).

Τί είναι το consortium που έχετε δημιουργήσει και που αποσκοπεί ;

Το Consortium για την Προαγωγή των Ελληνοκινεζικών και Σινοευρωπαϊκών Σχέσεων είναι ένα επίσημο ερευνητικό δίκτυο έξη φορέων: τεσσάρων ερευνητικών ινστιτούτων (Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών,  ΕΛΙΑΜΕΠ, Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου και Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων) και δύο πανεπιστημίων (Πανεπιστήμιο Αιγαίου και Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου). Ήδη έχουμε πραγματοποιήσει μια σειρά από δράσεις και οικοδομούμε δεσμούς και συνεργασίες με κινεζικά ερευνητικά ιδρύματα, όπως η Κινεζική Ακαδημία Επιστημών, το Jiao Tong University της Σαγκάης κ.ά.. Ακόμη σχεδιάζουμε μια σειρά από ερευνητικά προγράμματα.  Το Consortium όμως δεν είναι ένα «κλειστό club». Οι έξη φορείς πήραν την αρχική πρωτοβουλία αλλά το Consortium είναι ανοικτό σε οποιονδήποτε επίσημο φορέα έχει ανάλογους στόχους. Θέλουμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας, να προωθήσουμε τη συνεργασία Ελλήνων ερευνητών με την Κίνα. Είμαστε μια μικρή χώρα. Δεν έχουμε την πολυτέλεια κατακερματισμένων πρωτοβουλιών.. Θέλουμε να ενισχύσουμε πρωτοβουλίες, να συντονίσουμε δράσεις, να ενώσουμε δυνάμεις.

Πως σχολιάζετε το επίπεδο των ελληνοκινεζικών σχέσεων; Θεωρείτε ότι η ελληνοκινεζική συνεργασία εντάσσεται στο πλαίσιο των σινοευρωπαικών σχέσεων;

Είναι δεδομένο ότι υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες για δράσεις που μπορεί να αποδειχθούν αμοιβαία επωφελείς. Η επένδυση της COSCO είναι το απτό παράδειγμα. Ένα μεγάλο αγκάθι είναι το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα. Οι εξαγωγές μας στην Κίνα έχουν αυξηθεί αλλά παραμένουν πολύ μικρές σε σχέση με τις εισαγωγές, παρόλο που λόγω της κρίσης οι τελευταίες έχουν μειωθεί. Η ενεργή ζήτηση στην Κίνα αυξάνεται καθώς η κινεζική κυβέρνηση έχει συνειδητοποιήσει πώς η οικονομία της χώρας δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στις εξαγωγές. Αυτό είναι ένα παράθυρο ευκαιρίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Η προσέγγιση όμως πρέπει να είναι συστηματική και η είσοδος στην κινεζική αγορά δεν είναι εύκολη – χρειάζεται υπομονή και επιμονή. Δεν μπορούν οι Έλληνες επιχειρηματίες να περιμένουν ότι με μια ολιγοήμερη παραμονή στο Πεκίνο θα αποκτήσουν νέους πελάτες. Χρειάζεται οργανωμένη, μακροπρόθεσμη προσπάθεια.

Ασφαλώς και η ελληνοκινεζική συνεργασία επηρεάζεται σημαντικά από τις σινοευρωπαϊκές σχέσεις. Και θα έλεγα τόσο θετικά (π.χ. οι Κινέζοι δεν θα επένδυαν στην Ελλάδα αν δεν ήταν μέλος της ΕΕ) αλλά και αρνητικά (καθώς π.χ. το ζήτημα του εμπάργκο όπλων δεν βοηθά στην ευρω-κινεζική προσέγγιση). Τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες αντιλήψεις για τις σχέσεις με την Κίνα. Άλλες χώρες π.χ. τονίζουν το εμπορικό τους έλλειμμα και θέλουν προστατευτικές πολιτικές, άλλες προσπαθούν να προσελκύσουν επενδύσεις, άλλες υπογραμμίζουν το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα και ζητούν πρόσθετες κυρώσεις και άλλες πάλι είναι πρόθυμες να παράσχουν πολιτική υποστήριξη στους Κινέζους διεκδικώντας οικονομικά ανταλλάγματα. Αυτές οι διαφορετικές αντιλήψεις και στάσεις εμποδίζουν την προσπάθεια της ΕΕ να αναπτύξει μια κοινή εξωτερική πολιτική έναντι της Κίνας – κι αυτό έχει επιπτώσεις στις ελληνοκινεζικές σχέσεις.

Πού οφείλεται η συνεχιζόμενη προσέγγιση Ελλάδας Κίνας ; Βλέπετε μία λογική win-win;

Ασφαλώς και μπορεί η σχέση να είναι win-win. Η Ελλάδα έχει ανάγκη τις κινεζικές επενδύσεις και η Κίνα ενδιαφέρεται για ανέφελη πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά. Mην έχουμε όμως αυταπάτες. Η σχέση είναι κυρίως οικονομική. Μην ελπίζουμε σε «γεωπολιτικά σχέδια», «στρατηγικές προσεγγίσεις» κλπ. Η ουσία είναι ότι οι κινεζικές επιχειρήσεις (κρατικές ή μη) λειτουργούν με κριτήριο το κέρδος. Δεν πρόκειται να επενδύσουν στην Ελλάδα γιατί τους το λέει το Υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας ή γιατί θαυμάζουν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Οι κινεζικές εταιρείες λειτουργούν με καπιταλιστικά κριτήρια. Από την ελληνική πλευρά, η σχέση σε μεγάλο βαθμό είναι ιδιωτική υπόθεση. Οι μεγάλοι παίκτες είναι οι Έλληνες εφοπλιστές. Αυτοί βρέθηκαν πρώτοι στην Κίνα, αυτοί συνεργάζονται στενά με τους Κινέζους και όλη η δυναμική των ελληνοκινεζικών σχέσεων βασίζεται στην ελληνική ναυτιλία. Οι πολιτιστικές ανταλλαγές, οι πολιτικές συμφωνίες, οι επίσημες επισκέψεις ασφαλώς χρειάζονται. Αλλά το πραγματικό πεδίο των σχέσεων είναι η οικονομία. Κι εκεί δεν υπάρχουν ούτε επενδύσεις αλλά ούτε και εμπορικές συναλλαγές χωρίς κέρδη.

Θεανώ-Δαμιάνα Αγαλόγλου