Με τη ρωσοτουρκική επαναπροσέγγιση ασχολείται το china.org.cn

Source: China.org.cn

Source: China.org.cn

Tου Γιώργου Τζογόπουλου

Οι ρωσοτουρκικές σχέσεις επανέρχονται επισήμως σε επίπεδο κανονικότητας. Η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν, στην Αγία Πετρούπολη και η συνάντησή του με το Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, δίνει οριστικό τέλος σε μία επτάμηνη περίοδο ιδιαίτερης ψυχρότητας. Είχε προηγηθεί περίπου προ σαράντα ημερών η επιστολή απολογίας του πρώτου προς τον δεύτερο για την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους πάνω από τη Συρία τον Νοέμβριο 2015.

Το ερώτημα που απασχολεί τη Δύση είναι τι μπορεί να σηματοδοτήσει μελλοντικά η ρωσοτουρκική επαναπροσέγγιση. Για να απαντηθεί το ερώτημα, πρέπει να αναλυθούν οι βασικές παράμετροι της ομαλοποίησης των διμερών σχέσεων των δύο χωρών. Αυτή τη στιγμή, η Μόσχα βρίσκεται σε θέση ισχύος έναντι της Άγκυρας όχι μόνον διότι ο Ερντογάν έκανε το πρώτο βήμα αλλά επειδή η τουρκική οικονομία έχει πληγεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από τον ρωσικό αποκλεισμό. Οι αφίξεις Ρώσων τουριστών στην Τουρκία, για παράδειγμα, είχε παρουσίασει κάποιους μήνες φέτος μείωση που ξεπερνούσε ακόμα και το 90% σε σχέση με πέρυσι.

Με άλλα λόγια, ο Ερντογάν χρειάζεται πλέον περισσότερο τον Πούτιν και όχι το αντίστροφο, κυρίως για οικονομικούς λόγους. Αυτό δεν σημαίνει πως ο Ρώσος πρόεδρος αδιαφορεί για την επαναπροσέγγιση, καθώς με τον τρόπο αυτό η χώρα του θα ευνοηθεί, επίσης, οικονομικά. Σημαίνει, όμως, κατά μείζονα λόγο ότι η Μόσχα έχει, πλέον, θεωρητικά περισσότερες πιθανότητες να επιβάλει τη δική της στρατηγική ατζέντα που περιλαμβάνει τρεις βασικούς στόχους. Πρώτον, την αποφυγή νέων στρατιωτικών διενέξεων με την Άγκυρα στη Συρία. Δεύτερον, την κατασκευή του αγωγού «Turkish Stream» που έδειχνε να έχει εγκαταληφθεί τους προηγούμενους μήνες. Και τρίτον, τη σφυρηλάτηση μιας ειδικής τουρκικής θέσης εντός ΝΑΤΟ η οποία θα αποτρέπει τη ρωσοτουρκική στρατιωτική ένταση και τη διακοπή της πρόσβασης των ρωσικών πλοίων προς τη Μεσόγειο μέσω Τουρκίας.

Ο Τσάρος Νικόλαος είχε χρησιμοποιήσει τον χαρακτηρισμό ασθενής της Ευρώπης» για να περιγράψει την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1853, τις παραμονές του Κριμαϊκού Πολέμου. Η πρόσβαση στα «θερμά ύδατα» της Μεσογείου αποτελούσε στρατηγική προτεραιότητα για τη Ρωσική αυτοκρατορία και αργότερα για τη Σοβιετική Ένωση. Αν και τα δεδομένα του σύγχρονου κόσμου είναι διαφορετικά, η στρατηγική του Πούτιν παραμένει σχεδόν ίδια, σε μία περίοδο που η Τουρκία αναζητεί απεγνωσμένα εταίρους.

Από τη δική του πλευρά, ο Ερντογάν θα βρεθεί μεσοπρόθεσμα σε δύσκολη θέση. Ο επικοινωνιακός χαρακτήρας της επίσκεψής του στην Αγία Πετρούπολη και η κατασκευή της εντύπωσης περί ύπαρξης «ρωσουτουρκικού άξονα» δεν μπορεί εύκολα να απειλήσει τη Δύση, που έχει πλέον ιδιαίτερη εμπειρία αλλά και ανοχή στις δημόσιες λεκτικές επιθέσεις που συχνά εξαπολύει ο Τούρκος πρόεδρος. Η ρωσοτουρκική προσέγγιση θα έχει, άλλωστε, δραματικό αντίκτυπο στη Δύση μόνον αν ο Ερντογάν αποφασίσει να εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ ή να αγνοεί προκλητικά τις δεσμεύσεις της χώρας του και να υιοθετήσει την πολιτική της Ρωσίας υπέρ του Μπασάρ αλ Άσαντ στο μέτωπο της Συρίας.

Ερντογάν και Πούτιν φημίζονται για το απρόβλεπτο του χαρακτήρα τους. Έτσι, χρειάζεται σύνεση πριν τη διατύπωση συμπερασμάτων για την επαναπροσέγγιση των δύο χωρών. Δύο ηγέτες που επί μήνες είχαν διακόψει τις σχέσεις τους, δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν τα δεδομένα στην παγκόσμια σκακιέρα με μία μόνον συνάντηση, καθώς δεν υπάρχουν στέρεες βάσεις για μία τέτοια εξέλιξη. Προφανώς η ομαλοποίηση χρήζει προσοχής, ωστόσο η προσοχή σχετίζεται κυρίως με το οικονομικό και ενεργειακό πεδίο και με τον τρόπο που Άγκυρα και Μόσχα θα αξιοποιήσουν την εντύπωση περί ύπαρξης «ρωσουτουρκικού άξονα» στις σχέσεις τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση.