Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΣΚΑΙ, ο τέως υπουργός οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης είπε πως τους πρώτους μήνες του 2015 η Ελλάδα είχε έλθει σε συμφωνία με την Κίνα για να πάρει χρήματα, η οποία ανετράπη λόγω τηλεφωνήματος της Γερμανίας. Η αναφορά του αυτή υπενθύμισε σε όλους τους Έλληνες πολίτες τη δραματική εκείνη περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας καλλιεργούνταν ψευδαισθήσεις περί εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης.
Η Κίνα, όμως, δεν ήταν εξαρχής διατεθειμένη να διαδραματίσει πρωταρχικό ρόλο στην ελληνική κρίση. Αντιθέτως, υποστήριζε σθεναρά την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, και επιθυμούσε τη συνέχιση των επενδύσεών της στη χώρα χωρίς πολιτική αβεβαιότητα και οικονομικό ρίσκο. Όσον αφορά το τηλεφώνημα του Βερολίνου, μάλλον αυτό δε χρειάστηκε καθώς το Πεκίνο υπολόγιζε από μόνο του τον αντίκτυπο που θα είχε στις σινογερμανικές και σινοευρωπαϊκές σχέσεις μία μονομερής ενέργεια κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης.
Σε κάθε περίπτωση, το ταξίδι στην ανάσφαλεια του πρώτου εξαμήνου του 2015 διήρκεσε όσο και η συνέντευξη Βαρουφάκη. Λίγες ώρες μετά από αυτή σφραγίσθηκε μία από τις πιο σημαντικές συμφωνίες για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας και την αναβάθμιση της διεθνούς θέσης της Ελλάδας. Το ΤΑΙΠΕΔ ανακοίνωσε πως η κινεζική εταιρεία COSCO αποτελεί τον προτιμητέο επενδυτή για την αγορά του 67% του ΟΛΠ. Σε ανακοίνωσή του, μάλιστα, κάνει λόγο για κέρδη που ίσως αγγίξουν το 1,5 δισεκατομμύριο τα επόμενα χρόνια μαζί με τις επενδύσεις που θα γίνουν στο λιμάνι του Πειραιά.
Η ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ και η αγορά του από την COSCO αποτελεί πρότυπο επενδυτικής συμφωνίας και θα φέρει οφέλη τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κίνα. Όσον αφορά την Ελλάδα, χωρίς αμφισβήτηση του ευρωατλαντικού της προσανατολισμού, χωρίς καλλιέργεια φρούδων ελπίδων και κυρίως παραμένοντας εντός ευρωζώνης, αποκτάει νέες δυνατότητες. Σε μία πολύ δύσκολη συγκυρία για την οικονομία, θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας από την αύξηση του εμπορίου, καθώς πλέον ο Πειραιάς θα αποτελέσει ακόμα πιο σημαντικό κέντρο στη διασύνδεση Ευρώπης-Ασίας.
Η πώληση του ΟΛΠ αποτελεί μόνον την αρχή για την περαιτέρω βελτίωση των σινοελληνικών σχέσεων. Σε συνεργασία με την Κίνα η εθνική στρατηγική μπορεί να βασιστεί σε τρεις πυλώνες: Πρώτον, στην έναρξη συμπληρωματικών επενδύσεων από την Κίνα, όχι μόνο γύρω από το λιμάνι του Πειραιά, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως οι κατασκευές και το real estate. Δεύτερον, στην αύξηση των κινεζικών εισαγωγών ελληνικών προϊόντων. Και τρίτον, στην αύξηση των Κινέζων τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα. Από τότε που ξεκίνησε η οικονομική κρίση το 2009, το Πεκίνο έχει δείξει ενδιαφέρον για τα προαναφερθέντα θέματα και είναι έτοιμο να τα συζητήσει λεπτομερώς με την ελληνική κυβέρνηση. Έτσι, οι ελληνοκινεζικές σχέσεις μπορούν να βελτιωθούν και το μοντέλο συνεργασίας «win-win» να εφαρμοστεί πρακτικά.