Η «βιομηχανία 4.0» φέρνει Κίνα και Γερμανία πιο κοντά

Angela Merkel and Xi Jinping

Angela Merkel and Xi Jinping

Οι ισχυρές διμερείς σχέσεις Κίνας-Γερμανίας αποκτούν στα πλαίσια των ολοένα αυξανόμενων προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης νέα δυναμική. Από τους βασικούς τομείς συνεργασίας Πεκίνου-Βερολίνου δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι εκτεταμένες σχέσεις σε οικονομικό επίπεδο, καθώς η Κίνα αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Γερμανίας και η Γερμανία αποτελεί τη βασική πηγή τεχνογνωσίας για την Κίνα. Ήδη από το Μάρτιο 2014 η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ και ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ συμφώνησαν σε μια εκτεταμένη συνεργασία των δύο χωρών, στους τομείς της οικονομίας, έρευνας και εξωτερικής πολιτικής. Στα πλαίσια αυτής της συνεργασίας το 2015 ανακηρύχθηκε ως Έτος Καινοτομίας για τις δυο χώρες. Παράλληλα, η συμμετοχή της Κίνας ως χώρα-εταίρος στην διεθνή έκθεση πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών CeBIT 2015 που πραγματοποιήθηκε στο Ανόβερο στις 16-20 Μαρτίου, αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα για την προώθηση της οικονομικής συνεργασίας.

Επιπλέον, στα πλαίσια των κυβερνητικών διαβουλεύσεων μεταξύ Κίνας-Γερμανίας τον Οκτώβριο του 2014, συμφωνήθηκε η στενή συνεργασία των δύο χωρών στον τομέα της «Βιομηχανίας 4.0», το γερμανικό σχέδιο μιας προηγμένης τεχνολογίας για το μέλλον της βιομηχανίας, που σηματοδοτεί την εξέλιξη του βιομηχανικού τομέα, βασισμένη στην «έξυπνη» και δικτυωμένη παραγωγή. Η «Βιομηχανία 4.0» φαίνεται να ανταποκρίνεται στην εθνική στρατηγική της Κίνας στον εν λόγω τομέα. Αποτελεί μια σημαντική πηγή έμπνευσης, η οποία προσφέρει το κατάλληλο πλαίσιο για να στηριχθούν οι απαιτήσεις της κινεζικής κυβέρνησης στον τομέα της βιομηχανίας και μπορεί να παίξει έναν ιδιαίτερα σπουδαίο ρόλο στην προσπάθεια της Κίνας να κερδίσει και να διατηρήσει οικονομικό και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Άλλωστε και σε πρακτικό επίπεδο η Γερμανία είναι σε θέση να παρέχει την απαραίτητη τεχνογνωσία, από την οποία η Κίνα επιθυμεί να επωφεληθεί ώστε να προετοιμαστεί κατάλληλα για τις μελλοντικές βιομηχανικές προκλήσεις. Προτεραιότητα της χώρας είναι να αναπροσαρμόσει το οικονομικό της μοντέλο, ώστε να βελτιώσει μελλοντικά την διεθνή της ανταγωνιστικότητα. Για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι απαραίτητη η αύξηση της απόδοσης και της ποιότητας της κινεζικής παραγωγής μέσω της τεχνολογικής προόδου, καθώς η χώρα επιθυμεί να αφήσει πίσω της το παραδοσιακό μοντέλο της οικονομίας της φθηνής, μαζικής παραγωγής.

Το φιλόδοξο σχέδιο μιας Κίνας «βιομηχανικής υπερδύναμης» που θα είναι σε θέση να ανταγωνιστεί τις ηγετικές βιομηχανικές δυνάμεις, αποτελεί βασικό στόχο της εθνικής στρατηγικής της χώρας. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς η Κίνα βρίσκεται αντιμέτωπη τόσο με την διεθνή πίεση των κορυφαίων ανεπτυγμένων βιομηχανιών, όπως Γερμανία, ΗΠΑ και Ιαπωνία, όσο και των ανερχόμενων οικονομιών όπως Βραζιλία και Ινδία. Για την προώθηση του στόχου αυτού πρόσφατα ανακοινώθηκε από την κινεζική κυβέρνηση η από καιρό αναμενόμενη εθνική στρατηγική «Made in China 2025», η οποία εστιάζει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στον βιομηχανικό τομέα, μέσω του αυτοματισμού και τον συνολικό εκσυγχρονισμό της τεχνολογίας, με προτεραιότητες την προώθηση της καινοτομίας, ποιότητας, αποτελεσματικότητας και βιωσιμότητας σε 10 τομείς-κλειδιά. Με το σχέδιο αυτό η Κίνα επιθυμεί εντός 10 ετών να καλύψει τα τεχνολογικά της κενά και να φτάσει τη Γερμανία, ενώ μέχρι το 2049 φιλοδοξεί να συμπεριλαμβάνεται στις παγκόσμιες βιομηχανικές υπερδυνάμεις.

Αναμφίβολα, η συνεργασία Γερμανίας-Kίνας στο βιομηχανικό τομέα μπορεί να αποδειχθεί επωφελής και για τις δυο πλευρές: από τη μια, η αυξημένη ζήτηση για γερμανική τεχνογνωσία μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα προσοδοφόρα για τις γερμανικές εταιρείες. Από την άλλη, μεγάλοι κινεζικοί όμιλοι επιχειρήσεων μπορούν σε μικρό χρονικό διάστημα να κάνουν μεγάλα τεχνολογικά άλματα και να καταστούν πιο ανταγωνιστικοί στην παγκόσμια αγορά. Παρά το θετικό κλίμα για την προώθηση της συνεργασίας στον βιομηχανικό τομέα, μια Κίνα «βιομηχανική υπερδύναμη» μπορεί παράλληλα να εγκυμονεί κινδύνους για τη γερμανική οικονομία, η οποία ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπη με έναν ισχυρό ανταγωνιστή σε βιομηχανικούς τομείς, στους οποίους έχει σήμερα το προβάδισμα.

 Χριστίνα Ντούνη